Δευτέρα 18 Μαΐου 2009

Θράσος και Χρεοκοπία

Ακούσαμε χτες στην εκπομπή Αποδείξεις στην οποία συμμετείχε και δικός μας εκπρόσωπος, τον κατά γενική ομολογία σοβαρό και μη λαϊκιστή Υπουργό Ανάπτυξης, κύριο Χατζηδάκη, να προσπαθεί να υποστηρίξει ότι αυτό που βιώνουμε σήμερα στην οικονομία δεν αποτελεί το δημοσιονομικό Βατερλό της κυβέρνησής του, αλλά μία σοβαρή προσπάθεια δημοσιονομικής σταθεροποίησης που ξεκίνησε το 2004 και σταδιακά έχει φέρει αποτελέσματα.

Ας δούμε ορισμένα από αυτά:

Από τις αρχές του έτους το ελληνικό κράτος δανείστηκε ήδη 50 δις ευρώ, υπερκάλυψε δηλαδή τον ετήσιο στόχο των 43 δις που είχε θέσει στον Προϋπολογισμό, μάλιστα πληρώνοντας επιτόκια υψηλότερα κατά 250 και 300 μονάδες βάσης από το γερμανικό bund. Κοινώς εκχωρούμε το μέλλον της χώρας στους διεθνείς πιστωτές μας για να αποκτήσουμε γρήγορα «καβάτζα» σε μετρητά, έτσι ώστε να συνεχίσουμε να πουλάμε με ξένα κόλλυβα τη ρουσφετολογική πολιτική στην ειδική εκλογική πελατεία κι αυτό μετά να το παρουσιάζουμε ως δαπάνες για έξοδο από την κρίση.

Ταυτόχρονα, τα έσοδα το πρώτο τρίμηνο του 2009 (πλέον δεν ανακοινώνονται ανά μήνα) είναι μειωμένα σε σχέση με την αντίστοιχη την περίοδο του προηγούμενου έτους για πρώτη φορά από τη δεκαετία του ‘90. Συγκεκριμένα όπως διαβάζουμε στον Τύπο βάσει των ανακοινώσεων του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, υστερούν κατά 1,65 δις ευρώ σε σχέση με τις εκτιμήσεις του προϋπολογισμού, ενώ οι δαπάνες υπερβαίνουν τα 1,87 δις ευρώ, δημιουργώντας από τώρα μια μαύρη τρύπα στον φετινό προϋπολογισμό, ύψους 3,5 δις ευρώ.

Επίσης, ενδεικτικό του δημοσιονομικού μας προβλήματος είναι ότι πολλά ταμεία δεν έχουν να πληρώσουν συντάξεις, για παράδειγμα το Επικουρικό Ταμείο των Δημοσίων Υπαλλήλων, όπως και το ότι το κράτος αντί να πληρώσει τους προμηθευτές του με μετρητά ως οφείλει να πράξει, τους πληρώνει μεταχρονολογημένα με ομόλογα και έντοκα γραμμάτια οδηγώντας την αγορά σε ασφυξία.

Ας περάσουμε όμως στα θεμελιώδη δημοσιονομικά μεγέθη.

Το έλλειμμα του προϋπολογισμού, το οποίο το 2004 σύμφωνα με τα κριτήρια της Απογραφής έκλεισε στο 7,5%, αν σήμερα μετρηθεί με τους ίδιους ακριβώς όρους, βρίσκεται ακριβώς στο ίδιο επίπεδο. Δηλαδή, αν επιλέξουμε να συμπεριλάβουμε δαπάνες για εξοπλισμούς, εξοφλήσεις δημόσιων οργανισμών κλπ που σήμερα αφήνονται «νόμιμα» εκτός, θα δούμε ότι ανέρχεται στο ποσό των 18 δις ευρώ, αντιστοιχώντας σε ποσοστό της τάξης του 7,5%. Απλώς η κυβέρνηση εμφανίζει λογιστικά μόνο τα 13,9 δις, επιλέγοντας την ίδια λογιστική μέθοδο καταγραφής με τις κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ το οποίο τότε κατηγορούσε, παρουσιάζοντας έτσι έλλειμμα της τάξης του 5,2%. Ακόμα κι έτσι όμως, το 5,2% απέχει κατά πολύ από το 1,2% του 2004. Δυστυχώς για την κυβέρνηση, η σύγκριση ανόμοιων στοιχείων για κομματικό όφελος, αποτελεί φτηνό λαϊκισμό και χαρακτηρίζει αυτούς που καταφεύγουν σε τέτοιες μεθόδους, επιδιώκοντας να εκμεταλλευτούν την άγνοια του μέσου πολίτη σχετικά με το λαβύρινθο των δημοσιονομικών στατιστικών.

Περνώντας στο δημόσιο χρέος παρατηρούμε το εξής.

Το χρέος της κεντρικής κυβέρνησης, από 202 δις ευρώ που ήταν το 2004, στο τέλος του 2008 ανήλθε στα 262 δις ευρώ, αντιστοιχώντας στο 108% του ΑΕΠ.Το χρέος της Γενικής Κυβέρνησης (συμπεριλαμβανομένων και των Ασφαλιστικών Οργανισμών και ΟΤΑ), από 183 δις ευρώ που ήταν το 2004, στο τέλος του 2008 ανήλθε στα 232 δις, αντιστοιχώντας στο 95,6% του ΑΕΠ.

Ως αποτέλεσμα της αύξησης του χρέους, αυξάνονται και οι πληρωτέοι τόκοι του κράτους: από 9,46 δις ευρώ που πληρώναμε το 2004, το 2008 πληρώσαμε 11,21 δις ευρώ και φέτος υπολογίζεται ότι θα πληρώσουμε 14 δις. Και μόνο η σκέψη ότι το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων μόλις και μετά βίας πλησιάζει τα 9 δις μας κάνει να υποψιαστούμε ότι τεχνικά είμαστε ήδη χρεοκοπημένοι.Μα θα αναρωτηθεί κανείς; Για σταθείτε λίγο ρε παιδιά. Εδώ δεν έχετε δίκιο. Και στις δύο περιπτώσεις μπορεί μεν το χρέος να αυξάνεται σε απόλυτα νούμερα, μειώνεται όμως ως ποσοστό του ΑΕΠ.

Από 109% πήγε 108% και από 98,9% πήγε 95,6% αντίστοιχα. Άρα έχουμε βελτίωση.Προφανώς, κάποιοι μας περνάνε για χαζούς ή απλώς θεωρούν ότι όλοι είμαστε το ίδιο αφελείς. Η μικρή αυτή μείωση του χρέους ως ποσοστού του ΑΕΠ, τη στιγμή μάλιστα που σε απόλυτα νούμερα έχει αυξηθεί κατά 62 δις ευρώ, επιτυγχάνεται μέσα από την τεχνητή, και όχι πραγματική, αύξηση του Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος. Πως; Με δύο τρόπους της επίσημης και «νόμιμης» δημιουργικής λογιστικής. Πρώτον, μέσα από τη μεταβίβαση του χρέους της κεντρικής κυβέρνησης στους δημόσιους οργανισμούς, τα ταμεία και τους ΟΤΑ. Για παράδειγμα εκδίδει το κράτος ένα ομόλογο για να δανειστεί, καλή ώρα ένα δομημένο με τη βοήθεια μιας ξένης τράπεζας. Το ομόλογο αυτό το αγοράζουν τα ασφαλιστικά ταμεία. Μ’ αυτόν τον τρόπο αυτό που για το κεντρικό κράτος λογίζεται ως έξοδο για τους φορείς λογίζεται ως έσοδο και ως τέτοιο ανακουφίζει λογιστικά το χρέος της Γενικής Κυβέρνησης. Λογιστικά το κόλπο πιάνει, στην πραγματικότητα όμως η κατάσταση αυτή δε συνιστά παρά μια ωραιοποίηση της αντικειμενικής δημοσιονομικής θέσης της χώρας, η οποία αυξάνει το λεγόμενο συστηματικό κίνδυνο χρεοκοπίας.

Δεύτερον, η αναθεώρηση του ΑΕΠ, παρότι έγινε αποδεκτή από τη Eurostat κατά 9,6%, είναι πλασματική. Μπορεί μεν να συλλαμβάνει μερίδιο της μαύρης οικονομίας, αδιαφορεί όμως πλήρως για το ότι τα θεμελιώδη μεγέθη της εξίσωσης του Εθνικού Προϊόντος, ειδικά η Κατανάλωση και η Κρατική Χρηματοδότηση, είναι υπερεκτιμημένα λόγω του όλο και μεγαλύτερου ρόλου που παίζει ο δανεισμός στη σύνθεσή τους. Για παράδειγμα δεν είναι δυνατόν να πληρώνουμε δισεκατομμύρια ευρώ σε τόκους στους εξωτερικούς μας δανειστές και αυτά τα ποσά να μην αφαιρούνται από το τελικό ύψος του ΑΕΠ, αλλά να προστίθενται στην τελική αξία του προϊόντος σα να μη συμβαίνει τίποτα.

Κλείνοντας, δεν μπορούμε παρά να αναφερθούμε και να υπογραμμίσουμε τη δραματική επιδείνωση του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών. Από 6% του ΑΕΠ το 2004, ήδη μεγάλο, σε 14,3% το 2008. Οι κάθε είδους δοσοληψίες έκλεισαν με έλλειμμα ύψους 34,98 δισ. ευρώ, από 32,4 δισ. ευρώ το Δεκέμβρη του 2007, αύξηση 8% μόνο σε ένα χρόνο.

Προκύπτει από τα παραπάνω ότι το μοναδικό αποτέλεσμα της δημοσιονομικής διαχείρισης της κυβέρνησης της ΝΔ είναι ο απόλυτος δημοσιονομικός εκτροχιασμός.

Πρέπει κανείς να έχει τεράστιο θράσος για να υποστηρίζει ότι όλα πάνε καλά ή έστω ότι υπάρχει σταδιακή βελτίωση, όταν η χώρα που κυβερνά βρίσκεται ένα βήμα πριν τη χρεοκοπία. Διότι αν στη δημοσιονομική εικόνα καταστροφής συμπεριλάβουμε δεδομένα, όπως ο συνολικός δανεισμός του κράτους, των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών, περί τα 600 δις ευρώ, το μερίδιο της καταναλωτικής δαπάνης στο ΑΕΠ, αλλά και τις μελλοντικές έστω μεσοπρόθεσμες υποχρεώσεις του δημοσίου και των ασφαλιστικών ταμείων, θα δούμε έντρομοι ότι βαδίζουμε προς τη χρεοκοπία.

Εάν υπάρχει μια δικαιολογία για τη σημερινή κυβέρνηση, αυτή δεν είναι η σύγκρισή της με το παρελθόν όπως αρέσκεται συνήθως να κάνει. Εκτός και αν ως μέτρο σύγκρισης επιλέγει τον βολικό γι’ αυτή δημοσιονομικό εκτροχιασμό της δεκαετίας του ‘80 και όχι τη σταθεροποίηση που οδήγησε στην ΟΝΕ το ‘90. Δυστυχώς, και παρά τις δύο διαδοχικές επιτηρήσεις της ελληνικής οικονομίας από την ΕΕ, σύμμαχος της κυβέρνησης στο δημοσιονομικό Βατερλό, παραμένει ο ατιμώρητος εκλογικά λαϊκισμός, αλλά και η κυρίαρχη σε Ευρώπη και Αμερική αντίληψη σχετικά με το «σωστό» και «νόμιμο» τρόπο καταγραφής των Εθνικών Λογαριασμών. Μια αντίληψη, που δεν έχει μεγάλη διαφορά από το να προσπαθείς να οδηγήσεις στην Αθήνα κρατώντας στα χέρια σου το χάρτη της Λάρισας. Η κολώνα καραδοκεί στη γωνία.
Πηγή: http://g700.blogspot.com/

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου